ἐβόων

ἐβόων
βοάω
cry aloud
imperf ind act 3rd pl
βοάω
cry aloud
imperf ind act 1st sg
βοόω
change into an ox
imperf ind act 3rd pl (doric aeolic)
βοόω
change into an ox
imperf ind act 1st sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κἀβόων — ἀ̱βόων , ἀβάω attain imperf ind act 3rd pl (epic doric aeolic) ἀ̱βόων , ἀβάω attain imperf ind act 1st sg (epic doric aeolic) ἀβόων , ἀβάω attain pres part act masc voc sg (epic) ἀβόων , ἀβάω attain pres part act neut nom/voc/acc sg (epic) ἀβόων …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρέξειμι — Α [έξειμι (Ι)] 1. βαδίζω παραπλεύρως, προχωρώ κοντά σε κάποιον κατά μήκος («παρὰ τὰς πόλεις παρεξιόντες ἐβόων ἐπὶ τήν Ρώμην πορεύεσθαι») 2. προχωρώ, προσπερνώ («παρεξιόντες δ ἄλλος ἄλλοθεν... ἐξηύδων τάδε», Ευρ.) 3. (για ποταμό) ρέω κοντά σε πόλη …   Dictionary of Greek

  • υπολαμβάνω — ὑπολαμβάνω ΝΜΑ [λαμβάνω] 1. διακόπτω κάποιον που μιλάει, παίρνω τον λόγο και απαντώ (α. «και τότε υπέλαβε εκείνος τον λόγο και είπε...» β. «οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι ὑπελάμβανον οὐ χρεὼν εἶναι αὐτοῑς ἐπαγγεῑλαι», Θουκ.) 2. εκλαμβάνω, νομίζω, θεωρώ,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”